Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔγκρυψις
ἐγκτάομαι
ἐγκτερεΐζω
ἔγκτημα
ἔγκτησις
ἐγκτητικόν
ἔγκτητος
ἐγκτήτωρ
ἐγκτίζω
ἔγκυαρ
ἐγκυβιστάω
ἐγκυέομαι
ἐγκύησις
ἐγκυητήριον
ἐγκυκάω
ἐγκυκλέομαι
ἐγκύκλημα
ἐγκυκλίζω
ἐγκύκλιος
ἔγκυκλον
ἔγκυκλος
View word page
ἐγκυβιστάω
plunge headlong into

ShortDef

plunge headlong into

Debugging

Headword:
ἐγκυβιστάω
Headword (normalized):
ἐγκυβιστάω
Headword (normalized/stripped):
εγκυβισταω
IDX:
25911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25912
Key:

Data

{'content': 'plunge headlong into'}