Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκόλαμμα
ἐγκολαπτός
ἐγκολάπτω
ἐγκόλαψις
ἐγκολεήσατο
ἐγκοληβάζω
ἐγκολλάω
ἐγκόλλησις
ἔγκολλος
ἐγκόλλουρα
ἐγκολπίας
ἐγκολπίζω
ἐγκόλπιος
ἐγκολπισμός
ἐγκολπόω
ἐγκομβόομαι
ἐγκόμβωμα
ἔγκομμα
ἐγκονέω
ἐγκονητί
ἐγκόνιμα
View word page
ἐγκολπίας
blowing from a bay

ShortDef

blowing from a bay

Debugging

Headword:
ἐγκολπίας
Headword (normalized):
ἐγκολπίας
Headword (normalized/stripped):
εγκολπιας
IDX:
25835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25836
Key:

Data

{'content': 'blowing from a bay'}