Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκοισυρόομαι
ἐγκοιτάζομαι
ἐγκοιτάς
ἐγκοιτέω
ἐγκοίτιος
ἐγκοιωτός
ἐγκόλαμμα
ἐγκολαπτός
ἐγκολάπτω
ἐγκόλαψις
ἐγκολεήσατο
ἐγκοληβάζω
ἐγκολλάω
ἐγκόλλησις
ἔγκολλος
ἐγκόλλουρα
ἐγκολπίας
ἐγκολπίζω
ἐγκόλπιος
ἐγκολπισμός
ἐγκολπόω
View word page
ἐγκολεήσατο
sheathed his sword

ShortDef

sheathed his sword

Debugging

Headword:
ἐγκολεήσατο
Headword (normalized):
ἐγκολεήσατο
Headword (normalized/stripped):
εγκολεησατο
IDX:
25829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25830
Key:

Data

{'content': 'sheathed his sword'}