Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκλίνω
ἔγκλισις
ἐγκλιτέον
ἐγκλιτικός
ἐγκλοιόω
ἐγκλονέομαι
ἐγκλυδάζομαι
ἐγκλύδαξις
ἐγκλυδαστικός
ἐγκλύζω
ἔγκλυσμα
ἐγκλυστέον
ἐγκλώθω
ἐγκνήθω
ἔγκνισμα
ἐγκνώσσω
ἐγκοιλαίνω
ἐγκοίλιος
ἔγκοιλος
ἐγκοιμάομαι
ἐγκοίμησις
View word page
ἔγκλυσμα
injection, clyster

ShortDef

injection, clyster

Debugging

Headword:
ἔγκλυσμα
Headword (normalized):
ἔγκλυσμα
Headword (normalized/stripped):
εγκλυσμα
IDX:
25804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25805
Key:

Data

{'content': 'injection, clyster'}