Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκάτοχος
ἐγκαττύω
ἐγκατώδης
ἐγκαυλέω
ἔγκαυμα
ἔγκαυσις
ἐγκαυστήρια
ἐγκαυστής
ἐγκαυστικός
ἔγκαυστος
ἐγκαυχάομαι
ἔγκαφος
ἐγκαψικίδαλος
ἔγκειμαι
ἐγκείρω
ἐγκεκλιμένως
ἐγκέλαδος
ἐγκέλευσις
ἐγκέλευσμα
ἐγκελευσμός
ἐγκέλευστος
View word page
ἐγκαυχάομαι
pride oneself on

ShortDef

pride oneself on

Debugging

Headword:
ἐγκαυχάομαι
Headword (normalized):
ἐγκαυχάομαι
Headword (normalized/stripped):
εγκαυχαομαι
IDX:
25732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25733
Key:

Data

{'content': 'pride oneself on'}