Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐγκαταφλέγω
ἐγκαταφυσάω
ἐγκαταχέω
ἐγκαταχρίω
ἐγκαταχώννυμι
ἐγκαταχωρίζω
ἐγκατειλέομαι
ἐγκατερείδω
ἐγκατεφάλλομαι
ἐγκατέχω
ἐγκατιλλώπτω
ἐγκατόεις
ἐγκατοικέω
ἐγκατοικίζω
ἐγκατοικοδομέω
ἐγκάτοικος
ἐγκατοπτρίζομαι
ἐγκατοχέω
ἐγκάτοχος
ἐγκαττύω
ἐγκατώδης
View word page
ἐγκατιλλώπτω
to scoff at
ShortDef
to scoff at
Debugging
Headword:
ἐγκατιλλώπτω
Headword (normalized):
ἐγκατιλλώπτω
Headword (normalized/stripped):
εγκατιλλωπτω
IDX:
25714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25715
Key:
Data
{'content': 'to scoff at'}