Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκανθηρός
ἀκανθίας
ἀκανθικός
ἀκάνθινος
ἀκάνθιον
ἀκανθίς
ἀκανθίων
ἀκανθοβάτης
ἀκανθοβόλος
ἀκανθολάβος
ἀκανθολόγος
ἀκανθόνωτος
ἀκανθόομαι
ἀκανθοπλήξ
ἀκανθοστεφής
ἀκανθοφάγος
ἀκανθοφορέω
ἀκανθοφόρος
ἀκανθοφυέω
ἀκανθόφυλλος
ἀκανθόχοιρος
View word page
ἀκανθολόγος
gathering thorns

ShortDef

gathering thorns

Debugging

Headword:
ἀκανθολόγος
Headword (normalized):
ἀκανθολόγος
Headword (normalized/stripped):
ακανθολογος
IDX:
2569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2570
Key:

Data

{'content': 'gathering thorns'}