Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκατάμιξις
ἐγκαταναίω
ἐγκατανέμω
ἐγκαταντλέω
ἐγκάταντλμσις
ἐγκατανωτίζομαι
ἐγκατάξηρος
ἐγκαταπαίζω
ἐγκαταπήγνυμι
ἐγκαταπίμπρημι
ἐγκαταπίνομαι
ἐγκαταπίπτω
ἐγκαταπλέκω
ἐγκαταπνίγω
ἐγκατάποσις
ἐγκαταριθμέω
ἐγκαταρράπτω
ἐγκατασβέννυμι
ἐγκατασήπομαι
ἐγκατασκευάζω
ἐγκατάσκευος
View word page
ἐγκαταπίνομαι
to be swallowed up

ShortDef

to be swallowed up

Debugging

Headword:
ἐγκαταπίνομαι
Headword (normalized):
ἐγκαταπίνομαι
Headword (normalized/stripped):
εγκαταπινομαι
IDX:
25678
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25679
Key:

Data

{'content': 'to be swallowed up'}