Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐγκαταμείγνυμι
ἐγκαταμεμιγμένως
ἐγκαταμένω
ἐγκατάμιξις
ἐγκαταναίω
ἐγκατανέμω
ἐγκαταντλέω
ἐγκάταντλμσις
ἐγκατανωτίζομαι
ἐγκατάξηρος
ἐγκαταπαίζω
ἐγκαταπήγνυμι
ἐγκαταπίμπρημι
ἐγκαταπίνομαι
ἐγκαταπίπτω
ἐγκαταπλέκω
ἐγκαταπνίγω
ἐγκατάποσις
ἐγκαταριθμέω
ἐγκαταρράπτω
ἐγκατασβέννυμι
View word page
ἐγκαταπαίζω
mock at
ShortDef
mock at
Debugging
Headword:
ἐγκαταπαίζω
Headword (normalized):
ἐγκαταπαίζω
Headword (normalized/stripped):
εγκαταπαιζω
IDX:
25675
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25676
Key:
Data
{'content': 'mock at'}