Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐγκαταγράφω
ἐγκαταδαμάζω
ἐγκαταδαρθάνω
ἐγκαταδέω
ἐγκαταδύνω
ἐγκαταζεύγνυμι
ἐγκαταθνῄσκω
ἐγκατακαίω
ἐγκατάκειμαι
ἐγκατακενόω
ἐγκατάκλεισις
ἐγκατάκλειστος
ἐγκατακλείω
ἐγκατακλίνω
ἐγκατακλώθω
ἐγκατακνακομιγής
ἐγκατακοιμάομαι
ἐγκατακρούω
ἐγκατακρύπτω
ἐγκαταλαμβάνω
ἐγκαταλέγω
View word page
ἐγκατάκλεισις
enclosing

ShortDef

enclosing

Debugging

Headword:
ἐγκατάκλεισις
Headword (normalized):
ἐγκατάκλεισις
Headword (normalized/stripped):
εγκατακλεισις
IDX:
25645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25646
Key:

Data

{'content': 'enclosing'}