Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑάφθη
ἐάω
ἑβδομαγενής
ἑβδομαγέτης
ἑβδομαδικός
ἑβδομάζω
ἑβδομαῖος
ἑβδομάκις
ἑβδομάς
ἑβδόματος
ἑβδόμειος
ἑβδομεύομαι
ἑβδομηκονθεβδόμαδος
ἑβδομηκόνθεκτος
ἑβδομήκοντα
ἑβδομηκοντάβιβλος
ἑβδομηκοντακαιεκατονταπλασίων
ἑβδομηκοντάκις
ἑβδομηκοντάπηχυς
ἑβδομηκοντάρουρος
ἑβδομηκοντάς
View word page
ἑβδόμειος
worshipped on the seventh day
ShortDef
worshipped on the seventh day
Debugging
Headword:
ἑβδόμειος
Headword (normalized):
ἑβδόμειος
Headword (normalized/stripped):
εβδομειος
IDX:
25452
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25453
Key:
Data
{'content': 'worshipped on the seventh day'}