Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δωσίβιος
δωσιδικία
δωσίδικος
Δωσώ
δώσων
δωτήρ
δωτινάζω
δωτίνη
Δώτιον
δώτιος
Δωτώ
ε
εʹ
ἔα
ἐάν
ἑανηφόρος
ἑανός
ἑανός2
ἔαρ
ἔαρ2
View word page
Δωτώ
Giver (a Nereid)

ShortDef

Giver (a Nereid)

Debugging

Headword:
Δωτώ
Headword (normalized):
δωτώ
Headword (normalized/stripped):
δωτω
IDX:
25422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25423
Key:

Data

{'content': 'Giver (a Nereid)'}