Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δωροφορέω
δωροφορία
δωροφορικός
δωροφόρος
δωσίβιος
δωσιδικία
δωσίδικος
Δωσώ
δώσων
δωτήρ
δωτινάζω
δωτίνη
Δώτιον
δώτιος
Δωτώ
ε
εʹ
ἔα
ἐάν
ἑανηφόρος
View word page
δωτινάζω
to receive

ShortDef

to receive

Debugging

Headword:
δωτινάζω
Headword (normalized):
δωτινάζω
Headword (normalized/stripped):
δωτιναζω
IDX:
25418
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25419
Key:

Data

{'content': 'to receive'}