Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δωρολήπτης
δωροληψία
δῶρον
δωροξενίας
δωροτελέω
δωροφάγος
δωροφορέω
δωροφορία
δωροφορικός
δωροφόρος
δωσίβιος
δωσιδικία
δωσίδικος
Δωσώ
δώσων
δωτήρ
δωτινάζω
δωτίνη
Δώτιον
δώτιος
Δωτώ
View word page
δωσίβιος
life-giving
ShortDef
life-giving
Debugging
Headword:
δωσίβιος
Headword (normalized):
δωσίβιος
Headword (normalized/stripped):
δωσιβιος
IDX:
25412
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25413
Key:
Data
{'content': 'life-giving'}