Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δωροδοκιστί
δωροδόκος
δωροδοτέω
δωροδότης
δωροδοχεῖον
δωροκοπέω
δωροκοπία
δωροκόπος
δωροληπτέω
δωρολήπτης
δωροληψία
δῶρον
δωροξενίας
δωροτελέω
δωροφάγος
δωροφορέω
δωροφορία
δωροφορικός
δωροφόρος
δωσίβιος
δωσιδικία
View word page
δωροληψία
taking of presents

ShortDef

taking of presents

Debugging

Headword:
δωροληψία
Headword (normalized):
δωροληψία
Headword (normalized/stripped):
δωροληψια
IDX:
25403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25404
Key:

Data

{'content': 'taking of presents'}