Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Δώριον
Δώριος
Δωρίς
Δωρισμός
Δωριστί
δωρίτης
Δωρῖτις
δωρόδειπνος
δωροδέκτης
δωροδοκέω
δωροδόκημα
δωροδοκία
δωροδοκιστί
δωροδόκος
δωροδοτέω
δωροδότης
δωροδοχεῖον
δωροκοπέω
δωροκοπία
δωροκόπος
δωροληπτέω
View word page
δωροδόκημα
acceptance of a bribe, corruption

ShortDef

acceptance of a bribe, corruption

Debugging

Headword:
δωροδόκημα
Headword (normalized):
δωροδόκημα
Headword (normalized/stripped):
δωροδοκημα
IDX:
25391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25392
Key:

Data

{'content': 'acceptance of a bribe, corruption'}