Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δωματῖτις
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
δώμημα
δώμησις
δωμήτωρ
δωράκινον
δωρεά
δωρεαῖος
δωρεαστικός
δωρέω
δώρημα
δωρητήρ
δωρητής
δωρητικός
δωρητός
Δωριαρχέω
Δωρίεια
Δωριεύς
Δωρίζω
View word page
δωρεαστικός
concerning grants

ShortDef

concerning grants

Debugging

Headword:
δωρεαστικός
Headword (normalized):
δωρεαστικός
Headword (normalized/stripped):
δωρεαστικος
IDX:
25369
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25370
Key:

Data

{'content': 'concerning grants'}