Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δωδεκήμερος
δωδεκήρης
δωδεκόμφαλος
Δωδώναθεν
Δωδωναῖος
Δωδώνη
δῶμα
δωμάτιον
δωματίτης
δωματῖτις
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
δώμημα
δώμησις
δωμήτωρ
δωράκινον
δωρεά
δωρεαῖος
δωρεαστικός
δωρέω
View word page
δωματόομαι
have a house built for one, to be housed

ShortDef

have a house built for one, to be housed

Debugging

Headword:
δωματόομαι
Headword (normalized):
δωματόομαι
Headword (normalized/stripped):
δωματοομαι
IDX:
25360
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25361
Key:

Data

{'content': 'have a house built for one, to be housed'}