Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δωδεκέτης
δωδεκεύς
δωδεκήμερος
δωδεκήρης
δωδεκόμφαλος
Δωδώναθεν
Δωδωναῖος
Δωδώνη
δῶμα
δωμάτιον
δωματίτης
δωματῖτις
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
δώμημα
δώμησις
δωμήτωρ
δωράκινον
δωρεά
δωρεαῖος
View word page
δωματίτης
of, belonging to the house
ShortDef
of, belonging to the house
Debugging
Headword:
δωματίτης
Headword (normalized):
δωματίτης
Headword (normalized/stripped):
δωματιτης
IDX:
25358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25359
Key:
Data
{'content': 'of, belonging to the house'}