Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δωδεκαχῶς
δωδεκάωρος
δωδεκέτης
δωδεκεύς
δωδεκήμερος
δωδεκήρης
δωδεκόμφαλος
Δωδώναθεν
Δωδωναῖος
Δωδώνη
δῶμα
δωμάτιον
δωματίτης
δωματῖτις
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
δώμημα
δώμησις
δωμήτωρ
δωράκινον
View word page
δῶμα
a house

ShortDef

a house

Debugging

Headword:
δῶμα
Headword (normalized):
δῶμα
Headword (normalized/stripped):
δωμα
IDX:
25356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25357
Key:

Data

{'content': 'a house'}