Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δύτης
δυτικός
δυτῖνος
δύω
δυωβολιαῖος
δυώδεκα
δυωδεκάβοιος
δυωδεκαδικός
δυωδεκάδρομος
δυωδεκαΐς
δυωδεκάμηνος
δυωδεκάμοιρος
δυωδεκάπηχυς
δυωδεκάπλους
δυωδεκάπολις
δυωδεκάς
δυωδεκατειχής
δυωδεκατεύς
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
View word page
δυωδεκάμηνος
twelve months old

ShortDef

twelve months old

Debugging

Headword:
δυωδεκάμηνος
Headword (normalized):
δυωδεκάμηνος
Headword (normalized/stripped):
δυωδεκαμηνος
IDX:
25274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25275
Key:

Data

{'content': 'twelve months old'}