Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δύσωρος
δύτη
δύτης
δυτικός
δυτῖνος
δύω
δυωβολιαῖος
δυώδεκα
δυωδεκάβοιος
δυωδεκαδικός
δυωδεκάδρομος
δυωδεκαΐς
δυωδεκάμηνος
δυωδεκάμοιρος
δυωδεκάπηχυς
δυωδεκάπλους
δυωδεκάπολις
δυωδεκάς
δυωδεκατειχής
δυωδεκατεύς
δυωκαιεικοσίμετρος
View word page
δυωδεκάδρομος
running the course twelve times
ShortDef
running the course twelve times
Debugging
Headword:
δυωδεκάδρομος
Headword (normalized):
δυωδεκάδρομος
Headword (normalized/stripped):
δυωδεκαδρομος
IDX:
25272
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25273
Key:
Data
{'content': 'running the course twelve times'}