Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσωπέω
δυσώπημα
δυσωπητέον
δυσωπητικός
δυσωπία
δυσωρέομαι
δυσωρέω
δύσωρος
δύτη
δύτης
δυτικός
δυτῖνος
δύω
δυωβολιαῖος
δυώδεκα
δυωδεκάβοιος
δυωδεκαδικός
δυωδεκάδρομος
δυωδεκαΐς
δυωδεκάμηνος
δυωδεκάμοιρος
View word page
δυτικός
able to dive; of the sunset: western

ShortDef

able to dive; of the sunset: western

Debugging

Headword:
δυτικός
Headword (normalized):
δυτικός
Headword (normalized/stripped):
δυτικος
IDX:
25265
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25266
Key:

Data

{'content': 'able to dive; of the sunset: western'}