Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσφόρητος
δυσφορία
δυσφορικός
δυσφόρμιγξ
δύσφορος
δύσφορτος
δυσφράδεια
δύσφρακτος
δύσφραστος
δυσφροίμιον
δυσφρόνα
δυσφρόνη
δυσφρόνως
δυσφροσύνη
δύσφρων
δυσφυής
δυσφυΐα
δυσφύλακτος
δυσφωνία
δύσφωνος
δυσχαλίνωτος
View word page
δυσφρόνα
anxiety
ShortDef
anxiety
Debugging
Headword:
δυσφρόνα
Headword (normalized):
δυσφρόνα
Headword (normalized/stripped):
δυσφρονα
IDX:
25201
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25202
Key:
Data
{'content': 'anxiety'}