Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυστρατοπέδευτος
δυστραχηλέω
δύστρητος
δύστριπτος
δυστροπία
δυστροπικός
δύστροπος
δύστροφος
δυστρύπητος
δύστρωτος
δυστύπωτος
δυστυχέω
δυστύχημα
δυστυχής
δυστυχία
δύσυδρος
δυσυπέρβατος
δυσυπνέω
δυσυπνήτως
δύσυπνος
δυσυποβίβαστος
View word page
δυστύπωτος
not easily taking an impress

ShortDef

not easily taking an impress

Debugging

Headword:
δυστύπωτος
Headword (normalized):
δυστύπωτος
Headword (normalized/stripped):
δυστυπωτος
IDX:
25157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25158
Key:

Data

{'content': 'not easily taking an impress'}