Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσπολέμητος
δυσπόλεμος
δυσπολιόρκητος
δυσπολίτευτος
δυσπονής
δυσπόνητος
δυσπονία
δύσπονος
δυσπόρευτος
δυσπορέω
δυσπόρθητος
δυσπορία
δυσπόριστος
δύσπορος
δυσποτμέω
δυσποτμία
δύσποτμος
δύσποτος
δύσπους
δυσπραγέω
δυσπραγής
View word page
δυσπόρθητος
hard to sack
ShortDef
hard to sack
Debugging
Headword:
δυσπόρθητος
Headword (normalized):
δυσπόρθητος
Headword (normalized/stripped):
δυσπορθητος
IDX:
25041
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-25042
Key:
Data
{'content': 'hard to sack'}