Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Δύσπαρις
δυσπάριτος
δυσπάροδος
δυσπαροξύνομαι
δυσπάτητος
δύσπαυστος
δυσπείθεια
δυσπειθέω
δυσπειθής
δυσπειρία
δυσπειστέω
δύσπειστος
δυσπέλαστος
δύσπεμπτος
δυσπέμφελος
δυσπένθερος
δυσπενθέω
δυσπενθής
δυσπέπαντος
δυσπεπτέω
δύσπεπτος
View word page
δυσπειστέω
di believe
ShortDef
di believe
Debugging
Headword:
δυσπειστέω
Headword (normalized):
δυσπειστέω
Headword (normalized/stripped):
δυσπειστεω
IDX:
24989
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24990
Key:
Data
{'content': 'di believe'}