Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰώρα
αἰωρέω
αἰώρημα
αἰώρησις
αἰωρητέον
αἰωρητός
ἀκᾷ
ἀκᾶ
Ἀκαδημαϊκός
Ἀκαδήμεια
ἀκαθαίρετος
ἀκαθαρσία
ἀκαθαρτίζομαι
ἀκάθαρτος
ἀκαθεκτέομαι
ἀκάθεκτος
ἀκαθήκουσα
ἀκαθοσίωτος
ἀκαθυπερτέρητος
ἀκαθυστέρητος
ἄκαινα
View word page
ἀκαθαίρετος
not to be put down

ShortDef

not to be put down

Debugging

Headword:
ἀκαθαίρετος
Headword (normalized):
ἀκαθαίρετος
Headword (normalized/stripped):
ακαθαιρετος
IDX:
2496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2497
Key:

Data

{'content': 'not to be put down'}