Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσμέριστος
δυσμεταβλησία
δυσμετάβλητος
δυσμετάδοτος
δυσμετάθετος
δυσμετακίνητος
δυσμετάκλαστος
δυσμετάκλητος
δυσμετάστρεπτος
δυσμεταχείριστος
δυσμέτρητος
δυσμή
δύσμηνις
δυσμήνιτος
δυσμήτηρ
δύσμητις
δυσμήτωρ
δυσμηχανέω
δυσμήχανος
δυσμικός
δυσμίμητος
View word page
δυσμέτρητος
hard to measure

ShortDef

hard to measure

Debugging

Headword:
δυσμέτρητος
Headword (normalized):
δυσμέτρητος
Headword (normalized/stripped):
δυσμετρητος
IDX:
24867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24868
Key:

Data

{'content': 'hard to measure'}