Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσμένεια
δυσμενέων
δυσμενής
δυσμενικός
δυσμέριστος
δυσμεταβλησία
δυσμετάβλητος
δυσμετάδοτος
δυσμετάθετος
δυσμετακίνητος
δυσμετάκλαστος
δυσμετάκλητος
δυσμετάστρεπτος
δυσμεταχείριστος
δυσμέτρητος
δυσμή
δύσμηνις
δυσμήνιτος
δυσμήτηρ
δύσμητις
δυσμήτωρ
View word page
δυσμετάκλαστος
hard to break

ShortDef

hard to break

Debugging

Headword:
δυσμετάκλαστος
Headword (normalized):
δυσμετάκλαστος
Headword (normalized/stripped):
δυσμετακλαστος
IDX:
24863
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24864
Key:

Data

{'content': 'hard to break'}