Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσμείλικτος
δυσμελῴδητος
δυσμεναίνω
δυσμένεια
δυσμενέων
δυσμενής
δυσμενικός
δυσμέριστος
δυσμεταβλησία
δυσμετάβλητος
δυσμετάδοτος
δυσμετάθετος
δυσμετακίνητος
δυσμετάκλαστος
δυσμετάκλητος
δυσμετάστρεπτος
δυσμεταχείριστος
δυσμέτρητος
δυσμή
δύσμηνις
δυσμήνιτος
View word page
δυσμετάδοτος
not imparting freely

ShortDef

not imparting freely

Debugging

Headword:
δυσμετάδοτος
Headword (normalized):
δυσμετάδοτος
Headword (normalized/stripped):
δυσμεταδοτος
IDX:
24860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24861
Key:

Data

{'content': 'not imparting freely'}