Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰχμητήρ
αἰχμητήριος
αἰχμητής
αἰχμόδετος
αἰχμοφόρος
αἶψα
αἰψηροκέλευθος
αἰψηρός
ἀΐω
ἀΐω2
ἀϊών
ἀιών
αἰών
αἰωνίζω
αἰώνιος
αἰωνιότης
αἰώνισμα
αἰωνόβιος
αἰωνοπολοκράτωρ
αἰωνόφθαλμος
αἰώρα
View word page
ἀϊών
[Dor. > ἠϊών]

ShortDef

[Dor. > ἠϊών]

Debugging

Headword:
ἀϊών
Headword (normalized):
ἀϊών
Headword (normalized/stripped):
αιων
IDX:
2476
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2477
Key:

Data

{'content': '[Dor. > ἠϊών]'}