Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰχμήεις
αἰχμητήρ
αἰχμητήριος
αἰχμητής
αἰχμόδετος
αἰχμοφόρος
αἶψα
αἰψηροκέλευθος
αἰψηρός
ἀΐω
ἀΐω2
ἀϊών
ἀιών
αἰών
αἰωνίζω
αἰώνιος
αἰωνιότης
αἰώνισμα
αἰωνόβιος
αἰωνοπολοκράτωρ
αἰωνόφθαλμος
View word page
ἀΐω2
breathe
ShortDef
perceive
breathe
Debugging
Headword:
ἀΐω2
Headword (normalized):
ἀΐω
Headword (normalized/stripped):
αιω2
IDX:
2475
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2476
Key:
Data
{'content': 'breathe'}