Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσίωτος
δυσκαής
δυσκαθαίρετος
δυσκάθαρτος
δυσκάθεκτος
δυσκάθοδος
δυσκαμπής
δύσκαπνος
δυσκαρτέρητος
δυσκαταγωγός
δυσκαταγώνιστος
δυσκατάθετος
δυσκάτακτος
δυσκατάληπτος
δυσκατάλλακτος
δυσκατάλυτος
δυσκαταμάθητος
δυσκαταμάχητος
δυσκατανόητος
δυσκατάπαυστος
δυσκατάπεπτος
View word page
δυσκαταγώνιστος
hard to overcome

ShortDef

hard to overcome

Debugging

Headword:
δυσκαταγώνιστος
Headword (normalized):
δυσκαταγώνιστος
Headword (normalized/stripped):
δυσκαταγωνιστος
IDX:
24753
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24754
Key:

Data

{'content': 'hard to overcome'}