Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσθυμία
δυσθυμικός
δύσθυμος
δυσιατέω
δυσίατος
δυσίδρως
δυσιερέω
δυσιθάλασσος
δύσικμος
δυσίμερος
δύσιππος
δύσις
δυσίχνευτος
δυσίωτος
δυσκαής
δυσκαθαίρετος
δυσκάθαρτος
δυσκάθεκτος
δυσκάθοδος
δυσκαμπής
δύσκαπνος
View word page
δύσιππος
hard to ride in
ShortDef
hard to ride in
Debugging
Headword:
δύσιππος
Headword (normalized):
δύσιππος
Headword (normalized/stripped):
δυσιππος
IDX:
24740
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24741
Key:
Data
{'content': 'hard to ride in'}