Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσθάνατος
δυσθανής
δυσθέατος
δυσθενέω
δύσθεος
δυσθεραπευσία
δυσθεράπευτος
δυσθέρμαντος
δύσθερος
δυσθεσία
δυσθετέω
δύσθετος
δυσθεώρητος
δυσθήρατος
δυσθηρία
δύσθηρος
δυσθησαύριστος
δύσθλαστος
δυσθνῄσκω
δύσθνητος
δύσθραυστος
View word page
δυσθετέω
to be dissatisfied

ShortDef

to be dissatisfied

Debugging

Headword:
δυσθετέω
Headword (normalized):
δυσθετέω
Headword (normalized/stripped):
δυσθετεω
IDX:
24714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24715
Key:

Data

{'content': 'to be dissatisfied'}