Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσημερία
δυσήμερος
δυσήνεμος
δυσηνίαστος
δυσήνιος
δυσηνιόχητος
δυσήνυτος
δυσήρης
δυσήροτος
δυσήττητος
δυσήτωρ
δυσηχής
δυσηχία
δύσηχος
δυσθάλασσος
δυσθαλής
δυσθαλία
δυσθαλπής
δυσθανατάω
δυσθανατέω
δυσθάνατος
View word page
δυσήτωρ
heavy at heart

ShortDef

heavy at heart

Debugging

Headword:
δυσήτωρ
Headword (normalized):
δυσήτωρ
Headword (normalized/stripped):
δυσητωρ
IDX:
24694
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24695
Key:

Data

{'content': 'heavy at heart'}