Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσήκοος
δυσηλάκατος
δυσήλατος
δυσηλεγής
δυσήλιος
δυσημερέω
δυσημέρημα
δυσημερία
δυσήμερος
δυσήνεμος
δυσηνίαστος
δυσήνιος
δυσηνιόχητος
δυσήνυτος
δυσήρης
δυσήροτος
δυσήττητος
δυσήτωρ
δυσηχής
δυσηχία
δύσηχος
View word page
δυσηνίαστος
hard to bridle

ShortDef

hard to bridle

Debugging

Headword:
δυσηνίαστος
Headword (normalized):
δυσηνίαστος
Headword (normalized/stripped):
δυσηνιαστος
IDX:
24687
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24688
Key:

Data

{'content': 'hard to bridle'}