Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσέφοδος
δυσέψανος
δυσέψητος
δυσζηλία
δύσζηλος
δυσζήτητος
δύσζωος
δυσήκεστος
δυσηκοέω
δυσηκοΐα
δυσήκοος
δυσηλάκατος
δυσήλατος
δυσηλεγής
δυσήλιος
δυσημερέω
δυσημέρημα
δυσημερία
δυσήμερος
δυσήνεμος
δυσηνίαστος
View word page
δυσήκοος
hard of hearing

ShortDef

hard of hearing

Debugging

Headword:
δυσήκοος
Headword (normalized):
δυσήκοος
Headword (normalized/stripped):
δυσηκοος
IDX:
24677
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24678
Key:

Data

{'content': 'hard of hearing'}