Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δύσερως
δυσερωτιάω
δυσετηρία
δυσετυμολόγητος
δυσευνήτωρ
δυσευπόριστος
δυσεύρετος
δυσέφικτος
δυσέφοδος
δυσέψανος
δυσέψητος
δυσζηλία
δύσζηλος
δυσζήτητος
δύσζωος
δυσήκεστος
δυσηκοέω
δυσηκοΐα
δυσήκοος
δυσηλάκατος
δυσήλατος
View word page
δυσέψητος
hard to cook
ShortDef
hard to cook
Debugging
Headword:
δυσέψητος
Headword (normalized):
δυσέψητος
Headword (normalized/stripped):
δυσεψητος
IDX:
24669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24670
Key:
Data
{'content': 'hard to cook'}