Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσέργεια
δυσεργέω
δυσέργημα
δυσεργής
δυσεργία
δύσεργος
δυσερεύνητος
δυσέρημος
δύσερις
δυσεριστία
δυσέριστος
δυσερμήνευτος
δύσερμος
δυσερνής
δύσερως
δυσερωτιάω
δυσετηρία
δυσετυμολόγητος
δυσευνήτωρ
δυσευπόριστος
δυσεύρετος
View word page
δυσέριστος
shed in unholy strife

ShortDef

shed in unholy strife

Debugging

Headword:
δυσέριστος
Headword (normalized):
δυσέριστος
Headword (normalized/stripped):
δυσεριστος
IDX:
24655
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24656
Key:

Data

{'content': 'shed in unholy strife'}