Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσεξαρίθμητος
δυσεξάτμιστος
δυσεξέλεγκτος
δυσεξέλευστος
δυσεξέλικτος
δυσεξέργαστος
δυσεξερεύνητος
δυσεξεύρετος
δυσεξήγητος
δυσεξημέρωτος
δυσεξήνυστος
δυσεξίλαστος
δυσεξίλλητος
δυσεξίτηλος
δυσέξιτος
δυσέξοδος
δυσέξοιστος
δυσέξοχος
δυσεξυβωτός
δυσεξώθητος
δυσέπακτος
View word page
δυσεξήνυστος
indissoluble
ShortDef
indissoluble
Debugging
Headword:
δυσεξήνυστος
Headword (normalized):
δυσεξήνυστος
Headword (normalized/stripped):
δυσεξηνυστος
IDX:
24611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24612
Key:
Data
{'content': 'indissoluble'}