Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσενέργητος
δυσεντερία
δυσεντεριάω
δυσεντερικός
δυσεντεριώδης
δυσέντερος
δυσέντευκτος
δυσεντευξία
δυσένωτος
δυσεξάγωγος
δυσεξάκουστος
δυσεξάλειπτος
δυσεξάλυκτος
δυσεξαπάτητος
δυσέξαπτος
δυσεξαρίθμητος
δυσεξάτμιστος
δυσεξέλεγκτος
δυσεξέλευστος
δυσεξέλικτος
δυσεξέργαστος
View word page
δυσεξάκουστος
difficult to hear

ShortDef

difficult to hear

Debugging

Headword:
δυσεξάκουστος
Headword (normalized):
δυσεξάκουστος
Headword (normalized/stripped):
δυσεξακουστος
IDX:
24596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24597
Key:

Data

{'content': 'difficult to hear'}