Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσέκκρουστος
δυσεκλάλητος
δυσέκλειπτος
δυσεκλόγιστος
δυσέκλυτος
δυσεκμόχλευτος
δυσεκμύζητος
δυσέκνευστος
δυσέκνιπτος
δυσεκπέρατος
δυσέκπληκτος
δυσεκπλήρωτος
δυσέκπλοκος
δυσέκπλοος
δυσέκπλυτος
δυσέκπνευστος
δυσεκπόνητος
δυσεκπόρευτος
δυσέκπτωτος
δυσεκπύητος
δυσεκρίζωτος
View word page
δυσέκπληκτος
hard to terrify
ShortDef
hard to terrify
Debugging
Headword:
δυσέκπληκτος
Headword (normalized):
δυσέκπληκτος
Headword (normalized/stripped):
δυσεκπληκτος
Intro Text:
hard to terrify
IDX:
24551
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24552
Key:
Senses and Citations (From Data)
Citations (From Models)
No citations.
Data
{ "content": "hard to terrify" }