Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δύσεικτος
δυσειματέω
δυσείματος
δυσειμονία
δυσείμων
δυσειρεσία
δυσείσβολος
δυσείσοδος
δυσείσπλοος
δυσέκβατος
δυσεκβίαστος
δυσέκδεκτος
δυσέκδρομος
δυσέκδυτος
δυσεκθέρμαντος
δυσέκθυτος
δυσεκκάθαρτος
δυσεκκαρτέρητος
δυσεκκένωτος
δυσεκκόμιστος
δυσέκκριτος
View word page
δυσεκβίαστος
hard to overpower

ShortDef

hard to overpower

Debugging

Headword:
δυσεκβίαστος
Headword (normalized):
δυσεκβίαστος
Headword (normalized/stripped):
δυσεκβιαστος
IDX:
24530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24531
Key:

Data

{'content': 'hard to overpower'}