Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσδιαστατέω
δυσδιάστατος
δυσδιάτηκτος
δυσδιάφευκτος
δυσδιάφθαρτος
δυσδιαφορησία
δυσδιαφόρητος
δυσδιαχώρητος
δυσδίδακτος
δυσδιέγερτος
δυσδιέξακτος
δυσδιεξίτητος
δυσδιέξοδος
δυσδιερεύνητος
δυσδιήγητος
δυσδίοδος
δυσδιοίκητος
δυσδιόρατος
δυσδιόρθωτος
δυσδιόριστος
δυσδοκίμαστος
View word page
δυσδιέξακτος
hard to pass
ShortDef
hard to pass
Debugging
Headword:
δυσδιέξακτος
Headword (normalized):
δυσδιέξακτος
Headword (normalized/stripped):
δυσδιεξακτος
IDX:
24501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24502
Key:
Data
{'content': 'hard to pass'}