Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσδιάσπαστος
δυσδιαστατέω
δυσδιάστατος
δυσδιάτηκτος
δυσδιάφευκτος
δυσδιάφθαρτος
δυσδιαφορησία
δυσδιαφόρητος
δυσδιαχώρητος
δυσδίδακτος
δυσδιέγερτος
δυσδιέξακτος
δυσδιεξίτητος
δυσδιέξοδος
δυσδιερεύνητος
δυσδιήγητος
δυσδίοδος
δυσδιοίκητος
δυσδιόρατος
δυσδιόρθωτος
δυσδιόριστος
View word page
δυσδιέγερτος
hard to be roused from

ShortDef

hard to be roused from

Debugging

Headword:
δυσδιέγερτος
Headword (normalized):
δυσδιέγερτος
Headword (normalized/stripped):
δυσδιεγερτος
IDX:
24500
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24501
Key:

Data

{'content': 'hard to be roused from'}