Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δύσδαμαρ
δυσδάμαστος
δύσδεικτος
δυσδερκής
δύσδηλις
δύσδηρις
δυσδιάβατος
δυσδιαγνωστικός
δυσδιάγνωστος
δυσδιάγωγος
δυσδιάθετος
δυσδιαίρετος
δυσδιαίτητος
δυσδιακόμιστος
δυσδιακόντιστος
δυσδιάκριτος
δυσδιάλλακτος
δυσδιάλυτος
δυσδιανόητος
δυσδιάνοικτος
δυσδιάπνευστος
View word page
δυσδιάθετος
hard to settle

ShortDef

hard to settle

Debugging

Headword:
δυσδιάθετος
Headword (normalized):
δυσδιάθετος
Headword (normalized/stripped):
δυσδιαθετος
IDX:
24479
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24480
Key:

Data

{'content': 'hard to settle'}