Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

δυσγνωσία
δύσγνωστος
δυσγοήτευτος
δύσγονος
δυσγράμματος
δυσγρίπιστος
δυσδαιμονέω
δυσδαιμονία
δυσδαίμων
δυσδάκρυτος
δύσδαμαρ
δυσδάμαστος
δύσδεικτος
δυσδερκής
δύσδηλις
δύσδηρις
δυσδιάβατος
δυσδιαγνωστικός
δυσδιάγνωστος
δυσδιάγωγος
δυσδιάθετος
View word page
δύσδαμαρ
ill-wived, ill-wedded

ShortDef

ill-wived, ill-wedded

Debugging

Headword:
δύσδαμαρ
Headword (normalized):
δύσδαμαρ
Headword (normalized/stripped):
δυσδαμαρ
IDX:
24469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24470
Key:

Data

{'content': 'ill-wived, ill-wedded'}