Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
δυσγενής
δυσγεφύρωτος
δυσγεώργητος
δύσγνοια
δυσγνώριστος
δυσγνωσία
δύσγνωστος
δυσγοήτευτος
δύσγονος
δυσγράμματος
δυσγρίπιστος
δυσδαιμονέω
δυσδαιμονία
δυσδαίμων
δυσδάκρυτος
δύσδαμαρ
δυσδάμαστος
δύσδεικτος
δυσδερκής
δύσδηλις
δύσδηρις
View word page
δυσγρίπιστος
very grasping
ShortDef
very grasping
Debugging
Headword:
δυσγρίπιστος
Headword (normalized):
δυσγρίπιστος
Headword (normalized/stripped):
δυσγριπιστος
IDX:
24464
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-24465
Key:
Data
{'content': 'very grasping'}